Το αντικείμενο της Δικαστικής Γραφολογίας είναι η διερεύνηση και διαπίστωση της γνησιότητας ή της πλαστότητας γραφής και εγγράφων. H Δικαστική Γραφολογία καλείται να ταυτίσει την υπό έλεγχο γραφή με τον γραφέα που την παρήγαγε, μέσα από μια διαδικασία ανάλυσης, σύγκρισης και αξιολόγησης. Ως γραφή εννοείται κάθε ενσυνείδητη μορφή γραπτού κειμένου, είτε πρόκειται για υπογραφή, είτε για συνεχόμενη γραφή, είτε για μεμονωμένη αποτύπωση γραμμάτων ή γραφημάτων. Η γραφή είναι μια δυναμική πτυχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς˙ ως τέτοια υφίσταται συνεχή αλλά όχι πάντοτε διακρινόμενη εξέλιξη/διαφοροποίηση, υποκείμενη σε αρκετές επιρροές και διαφόρους βαθμούς φυσικής μεταβολής. Ένας γραφέας παράγει γραφές οι οποίες παρουσιάζουν διαφορές/μεταφορές αναμεταξύ τους όχι σημαντικές και τέτοιες που διαμορφώνουν συγκεκριμένο μοτίβο. Αυτό το πλήθος παρεμφερών γραφών στο σύνολό τους είναι μοναδικό για κάθε άνθρωπο και δεν μπορεί να αναπαραχθεί/αντιγραφεί. Για το λόγο αυτό είναι καίριας σημασίας για τον δικαστικό γραφολόγο η συλλογή ικανοποιητικού δείγματος γραφής σε κάθε περίπτωση γραφέα προκειμένου να σχηματιστεί πλήρως και ορθώς η ταυτότητα της γραφής. Σχετικά με τη διαδικασία που απαιτείται προκειμένου να παραχθεί γραφή οι Brault και Plamondon (JoOP 1983; 56. Inferring Personal Qualities Through Handwriting Analysis) αναφέρουν: «Για κάθε λέξη, κάθε γράμμα σχηματίζεται αφότου περάσει από τρία επίπεδα απεικόνισης:
1. Το grapheme (την έννοια του γράμματος χωρίς συγκεκριμένη μορφή).
2. Το allograph (αναπαράσταση για συγκεκριμένο τύπο γράμματος).
3. To graph (απεικονίζοντας την ακολουθία των καταλλήλων κινήσεων για το σχηματισμό του γράμματος).»
Αυτά τα τρία στάδια περιγράφουν την νοητική διαδικασία η οποία ακολουθείται από την εκτέλεση των καταλλήλων κινήσεων με ενεργοποίηση των κατάλληλων μυών με τη σωστή σειρά που απαιτείται για να σχηματιστεί το graph. Συνεπώς κάθε μορφή γραφής (γραφή/υπογραφή/αποτύπωση γραμμάτων) υπόκειται στις αρχές της Δικαστικής Γραφολογίας και μπορεί να υποβληθεί σε ανάλυση , σύγκριση και αξιολόγηση, εφόσον υπάρχει κατάλληλο δειγματικό υλικό συναρτήσει της πολλαπλότητας και της πολυπλοκότητας της υπό έλεγχο γραφής. Όταν δεν πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις (π.χ. το δειγματικό υλικό είναι ανεπαρκές ή η γραφή που είναι το αντικείμενο έρευνας είναι φτωχό σε ιδιαιτερότητα, πολλαπλότητα, πολυπλοκότητα και χαρακτηριστικά), τότε η δικαστική γραφολογία δεν είναι σε θέση να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα για την ταυτότητα της γραφής (περίπτωση non liquet).